Ρόμπερτ Μπράουνινγκ, «Μονόλογος τοῦ Αἰσχύλου» Μέρος Α΄

[Μτφ ἀπό: Robert Browning, Unfinished draft of a poem which may be entitled “Aeschylus’ soliloguy”, The MacMillan Company, New York, 1913.]

Εἶμ’ ἕνας γέρος ἄντρας μοναχός·

στῆς Σικελίας τὸ ἡλιοβασίλεμα

κάθομαι στὸ μέσο πεδιάδας

π’ ἀνοίγει στὰ ὄρη καὶ τὴ θάλασσα

τῆς ὕπαρξής της τὸ κενό. Ἂν ταξιδιώτης ἔφτανε

κ’ ἔβλεπε τὸ φαλακρό μου τὸ κεφάλι, τ’ αὐστηρά μου φρύδια

καὶ τὰ τρομερά χαρακτηριστικὰ σὰ σκαλισμένα πά’ σὲ πέτρα,

τῆς Ἀνθρωπότητας τὴν τραγικὴ τὴ μάσκα

ποὺ τραβάει τὸ παρελθόν της πρὸς τὸ τέλος του,.. θὰ νόμιζε

πὼς εἶμαι τάχα κάνας Τέρμινος θεὸς βαλμένος στὸ πεδίο

ἀπὸ φαύνου σπασμένο μάρμαρο..- μά, ἄς εἶναι!..

Ἔφυγε ἡ ζωὴ ἀπὸ μέσα μου… Σ’ ἄγονο ἔδαφος…

ὅλοι τῆς ζωῆς οἱ θόρυβοι, ποὺ βρόνταγαν γλυκά,

σβήσανε – γίνανε σιωπή,.. οἱ τέλειες ὅλες οἱ μορφές

—συλλήψεις τοῦ νοῦ – εἰκόνες τῶν ἀνθρώπων—

ποὺ ξεχειλίζανε στ’ ἀκρότατα τῆς Γῆς

καὶ κρέμονταν πάνω τους μὲ φευγαλέα πρόσωπα

ὅλο καὶ χάνονται,.. μὰ κ’ οἱ κινήσεις, π’ ὄλες ξεπηδῶντας

ἀπ’ τ’ Ὡραῖο καὶ μ’ ἤχους ἐκκωφαντικοὺς γυρίζαν

τὸ νοῦ μου μέσα σ’ ἔκσταση, σωπάσανε κι αὐτές!

Στὶς κατηγορίες: Μεταφράσεις Ποιήματα
Μου αρέσει!     Κοινοποιήστε
-