Καὶ θὰ περάσουνε τὰ νειᾶτα τους νερό·
θὰ ξεθωριάσουν οἱ φανταχτερές ἀφίσσες
μὲ τὶς ἐπαναστατικές μορφὲς στοὺς τοίχους
πάνω ἀπ’ τοῦ ἐφηβικοῦ τους κρεββατιοῦ τὴν κεφαλή.
Ἄλλοι θὰ γίνουν ὅ,τι πάλευανε ν’ ἀποφύγουν,
κι ἄλλοι πικρά θὰ καταλάβουνε
πὼς τὰ μεγάλα λόγια δέ λευτέρωσαν,
αλλ’ ἄγρια δουλῶσαν στὸ ζυγὸ
τῆς τόσο γνώριμης ρουτίνας…
Μὰ ἐλπίδα θὰ ξανατρέφουνε γιὰ τὰ παιδιά τους
ποὺ ἴδια τοὺς μάθανε νὰ προσεύχωνται τὴ νύχτα
σ’ ἀφίσσες πιὰ τριδιάστατες καὶ σαγηνευτικώτερες…