I.
Ἡ ἔλλειψη ἀπόστασης —χωρικῆς, χρονικῆς, ψυχολογικῆς (κυρίως ἀπ’ τὰ τερτίπια καὶ τὴ μόδα τῶν καιρῶν)—, παράγων ἀκρισίας.
Ἀλλιῶς, θὰ πρέπει νὰ χαρακτηρίζῃ τὸν κρίνοντα ὕψος ἢ βάθος ἰδιαίτερο, ὁπότε καὶ καθίσταται τραγικά ἀπροσπέλαστος.
ΙΙ.
Ὁ τυφλός, ἐν τῇ ἀγνοίᾳ του, εἶν’ ἀθῶος.
Μά, σὰ γνωρίζῃ πιά τὴν τύφλα του;!
III.
Ἀσήκωτη, ἡ ἐπιβολὴ τῆς πραγματικότητας καί, πάντα, καλή κρυψώνα τό «προσωπικό» τό «γοῦστο», ἡ «προσωπικὴ εὐαρέσκεια» ἤ «δυσαρέσκεια», τό «προσωπικὸ δικαίωμα στὸ διάφορο»…
Ἄχ, πόσα σκαρφίζεται ὁ ἄνθρωπος, γιὰ νὰ χωνέψῃ πώς, προτοῦ ἀνοίξῃ πόλεμο μὲ τὸν Κόσμο, τὸν ἔχει ἤ δ η χάσει…
Τὰ νιαουρίσματα τῆς γάτας ἀκούγονται τότε συγκινητικώτερ’ ἀπ’ τὸ βαρύτερο θρῆνο.