Ἐνθάδε κεῖται χρόνος γέρος
καὶ ἐπάνω αὐτοῦ τὸ νέο πνεῦμα
ἐπιφέρεται· κατοπτεύει
μαζὶ θανάτους καὶ γεννήσεις
σ’ ἐρείπια καὶ νέα κτήρια.
Κάπως στηρίζεται γιὰ λίγο
στὴν ἐπιτύμβια τὴ στήλη
ποὺ ὀρθώθη πέρσι ἀπ’ τὸν γέρο.
Μεμιᾶς ἁρπάζει τὸ καλέμι.
Τὴν ἐργασία ἀρχίζει
ὁ καινουργὴς ὁ χρόνος
καὶ μὲ ρυθμόν λαξεύει
μιὰ στήλη παραδίπλα
μὲ τὰ παληὰ τὰ νέα.