Στὸν ᾍδη.
ΕΠΙΜΕΝΙΔΗΣ: Σωκράτη, συνάντησα, πρὶν ἀπὸ λίγο, ἕνα νεώτερό μας: τὸν Ἀριστοτέλη· εἶχε ἀκουμπήσει σὲ μιὰ πέτρα κ’ ἔγραφε συνεχῶς… Μοῦ ‘κανε ἐντύπωση πού — ἀκόμα κ’ ἐδῶ στὸν Κάτω Κόσμο!— συνεχίζει νὰ συντάσσῃ πραγματεῖες καὶ νὰ ταξινομῇ τὴ Γνώση. Τὸ νέο του ἔργο ὀνομάζεται Περὶ ᾍδου. Τότε ἀναρωτήθηκα: Ἐσύ, πῶς καὶ δέν ἔγραψες τίποτα;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Ὅταν μᾶς ἦρθε καὶ μὲ πρωτοσυνάντησε, τὸ ἴδιο μὲ ρώτησε κι αὐτός. Ἐσύ, Σωκράτη, πῶς δέ μᾶς ἄφησες κάτι γραμμένο;
ΕΠΙΜΕΝΙΔΗΣ: Καί; Λοιπόν; Τί τοῦ ἀπάντησες; Γιατί δὲν σύνταξες κ’ ἐσὺ κάποια πραγματεία, ἕνα διάλογο φιλοσοφικό;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Φιλοσοφικό! Ὑπῆρχε τότε ἀκόμα κ’ ἡ λέξη; Στὰ δικά μου χρόνια τῆς «ἀκμῆς»;.. Φίλε μου, δέν εἶχα χρόνο γιὰ γραφτά -σπούδαζα τὴν κάθε στιγμὴ καὶ προετοίμαζα τὸν Κόσμο πούζησε κι ὁ Ἀριστοτέλης μέσα του κι ἀνέπνευσαν ὅλα του τὰ συγγράμματα.