Δὲ θέλω νὰ γεράσουμε.
Στὴ Μόσχα,.. ἀδελφοῦλα,
στὴ Μόσχα νὰ πᾶμε!..
Βλέπεις πῶς στέκονται
τὰ ἴδια δέντρα ἀκίνητα
ἔξω ἀπὸ τὸ παράθυρο
καὶ τ’ ἀδυσώπητο πριόνι
ἀκούγεται νὰ τροχίζεται
στὸ τέλος τοῦ δρόμου…
Ἔναγχος σφυρίζει ὁ ἄνεμος:
Νά τὰ δυό τους,.. νά τ’ ἀδέρφια!
Νά τ’ ἀγάλματα τὰ λαξεμένα
στὴν ἄκρη τοῦ χρόνου.