Πρὶν ἀπὸ ἕνα μῆνα περίπου συζητοῦσα μὲ κάποιον τσοπάνι στὸ χωριό μου. Κάποια στιγμὴ φτάνει ὁ λόγος σ’ ἕνα συγχωριανό: Αὐτὸς εἶν’ ἄξιος, μοῦ λέει. Πῆρε ἕ ν α ἀπ’ τὸν πατέρα του καὶ τώρα τόχει κάνει δ έ κ α!.. Καὶ χ α ι ρ ό τ α ν ε γιὰ τὸ γείτονα. Προσπάθησα μὲ μερικὲς ἐρωτήσεις νὰ καταλάβω, ἂν εἶχαν κάποιαν ἰδιαίτερη σχέση, συγγενικὴ ἢ φιλική· δέν εἶχαν… Ὄ,τι εἶπε, ὀφειλόταν σὲ μιὰν ἀντικειμενικὴ ἐκτίμηση.
Σκέφτηκα: Αὐτός ὁ ἀγράμματος ἄνθρωπος, ποὺ κάθε μέρα φεύγει στὶς ἐρημιὲς μὲ τὸ κοπάδι, εἶναι συνειδητότερος καὶ δικαιότερος στὴν κρίση του ἀπὸ ἄλλους ποὺ τελοῦν μές στὴν πολλή συνάφεια τοῦ Κόσμου..- καί, γι’ αὐτό ἀκριβῶς, πολύ λιγώτερο προσκυνημένος! Ἡ ἐλευθερία του, τί ἄλλο εἶναι τάχα ἀπ’ τὴν εὐθυκρισία του;..