Ἔγειραν τὴν πόρτα τοῦ δωματίου· τὸ φεγγραρόφωτο ἔμπαινε θαμπὸ ἀπὸ τὶς γρύλλιες κ’ ἐφώτιζε τὸ ρημάδι μὲ τὴν βρῶμα. Ἐκυττάχθησαν στὰ μάτια· ἀπὸ τὸ πολύ τὸ κύτταγμα ἠλληθώρισαν. Ἔσμιξαν οἱ ἀναπνοές των: Ἐμπούκωσε ὁ ἀὴρ ἀπὸ σκόρδο καὶ ψαρίλα· εἶχαν κατεβάσει κάτι ὀρθοπεταλιὲς πρὶν τσουκρίζοντες τὰ ποτήρια μὲ ρετσίνα. Σ’ ἀγαπῶ!, τοῦ εἶπε· ἐκεῖνος ἐρεύθη στοργικῶς. Βλέπεις τ’ ὁλόγιομο φεγγάρι;, τὴν ἠρώτησε. Μὲ τυφλώνει τὸ κριθαράκι ποὺ ἔβγαλα χθές, τοῦ ἀπήντησε. Θὰ μὲ λατρεύῃς γιὰ πάντα;, τὸν ἐξαναρώτησε. Συγγνώμη, πάω τουαλέττα, μοῦ ἔκατσε βαρύς ὁ μπακαλιάρος, ἀπεκρίθη αὐτός. Μετὰ ἀπὸ λίγην ὥρα ἔπεσαν στὸ κρεβάτι· δέν ἤνθεξε ἀπὸ τὸ βάρος των. Ὡσὰν ἐτελείωσαν ὅ,τι κατώρθωσαν ν’ ἀποτελειώσουν, ἐπῆγαν νὰ κάμνουν ντούζ· ἔβγαζε λάσπη κ’ ἐχάθη ἡ ὄρεξι γιὰ συνουσία στὰ πλακάκια. Ἤνοιξαν τὴν ντουλάπα νὰ πάρουν τὰ ροῦχα ποὺ εἶχαν κρεμάσει· ἐπετάχθησαν μῦες. Νυκτερὶς ποὺ ἔκαμνε βόλτες στὸ ταβάνι, ἐφύλασσε τὸ σπιτικό των…
Ἐρωτικὴ σκηνή
Ἐν κατηγορίαις: Πεζά
Ἀρέσκει μοι! Κοινοποιήσατε