[Τ’ ἀποσπάσματα ἔχουν μεταφραστῆ ἀπ’ τὰ Νορβηγικὰ στὴ σειρὰ Ἴψεν τῶν Διορθώσεων· ἀναγράφεται ἡ ἔκδοση κ’ ἡ σελίδα. Διαβάστηκαν ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ τῆς παρουσίασης τῆς σειρᾶς τὴ Δευτέρα 21/05/2018, στὸ Φιλολογικὸ Σύλλογο Παρνασσός.]
Ἀπὸ συνομιλία μὲ τὸν Felix Philippi (Ἰδού ὁ ἄνθρωπος, σ’ ὅλα τὰ βιβλία τῆς σειρᾶς):
Γιὰ νὰ μ’ ἐννοήσετε [], πρέπει νὰ γνωρίσετε τὴ Ν ο ρ β η γ ί α! Ἡ μεγαλοπρεπής, ἀλλ’ αὐστηρή, Φύση [] κ’ ἡ ἀπομόνωση [] — οἱ [] κατοικίες ἀπέχουν μίλια μεταξύ τους — ἐξαναγκάζουν τοὺς ἀνθρώπους [] νάναι στοχαστικοί, [] μελαγχολικοί, ἐπιφυλακτικοί… [] Καθένας στὴν πατρίδα κ’ ἕνας φιλόσοφος! Κ’ οἱ μακρεῖς, σκοτεινοί χειμῶνες μὲ τὰ σπίτια κυκλωμένα ἀπὸ ἀδιαπέραστη ὁμίχλη..- μακάρι νάβλεπαν περσότερο τὸν ἥλιο!
Οἰκοδομικὰ σχέδια (λυρικὸ ποίημα –Διορθώσεις, τ.44, σελ. 1679):
Στὸ νοῦ μου φανερώνεται, σὰ σήμερα νάναι
τὸ βράδυ, ὅταν πρωτοδιάβασα γραφτό μου τυπωμένο:
Στὴν κάμαρα ἤμουνα καὶ μὲ μεγάλες τζοῦρες
καπνίζοντας ὠνειρευόμουν ἤρεμος κ’ εὐτυχισμένος: []
Θὰ χτίσω στὸν οὐρανό παλάτι -σ’ ὅλο τὸ Βορρᾶ νὰ λάμψῃ.
Δυὸ πτέρυγες θενάχῃ: ἡ μιά τους, μικρή -μεγάλη, ἡ ἄλλη.
Ἡ μεγάλη θάναι τὸ σπιτικὸ ἑνὸς ἀθάνατου ποιητῆ·
ἡ μικρή, γωνιὰ καλὴ γιὰ κάποιο κοριτσόπουλο…
Νόμιζα πὼς ὅλα τους ἠταν σχεδιασμέν’ ἁρμονικά!
Κι ὅμως, πῶς καταντῆσαν νάναι τόσο διαφορετικά!
Σὰ λογικός γινηκε ὁ μάστορας, τὸ κάστρο μπάταρε:
ἡ πτέρυγα ἡ μεγάλη γίνηκε μικρή, καὶ ἡ μικρή, ἐρείπια…
Ἀπὸ τὴν εἰσαγωγὴ στὸν Κατιλίνα (σελ. 34):
Ἡ [] συμπεριφορά μου δέν ἀνταποκρινόταν στὶς [] ἐλπίδες τῆς κοινωνίας ν’ ἀνθήσῃ ἐντός μου ἡ ἀρετὴ τοῦ καλοῦ κἀγαθοῦ πολίτη… [] Ἐνῷ μαινόταν στὸ ἐξωτερικό μάχη τρομερή, ἐγὼ κατάφερα νὰ μπλεχτῶ στὸ ἐσωτερικό, σὲ [] διενέξεις μὲ τὴ μικρή κοινωνία [] -παγιδευμένος ἀπ’ τὶς συνθῆκες [] τῆς ζωῆς.
Ἀπ’ τὴν εἰσαγωγὴ στὴ Νόρμα (Διορθώσεις, τ.44, σελ. 1671-2):
Μιὰ μέρα, [] στὴν αἴθουσα τοῦ [] Κοινοβουλίου, [] καθὼς δέν ὑπῆρχε κάτι ποὺ νὰ κρατήσῃ τὴν προσοχή μου, ἄφησα τὴν Φαντασία μου ἐλεύθερη [] -στὴν κατάστασιν αἰωρήσεως μεταξὺ Πραγματικότητος καὶ Μή Πραγματικότητος []!..
Μοῦ παρουσιάσθη ἡ [] σκέψις: []
<Ἐδῶ,> ἡ Πεμπτουσία τῆς Ἀριστείας καὶ τοῦ Πολιτιστικοῦ Ταλάντου,.. [] ἡ Εὐφυΐα, [] ὁ Πατριωτισμός, ἡ Ἐλευθεροφροσύνη [] -ἐ δ ῶ, [] οἱ σπανιώτατες πραγματώσεις των ἐν τῷ Κόσμῳ· λ.χ. κάποια χροιὰ εὐφυΐας [], ἰσοπόσου εὐγλωττίας… [] Φυσικά, τὸ λυρικὸ χάρισμα ἀ π ε κ α λ ύ φ θ η [] καὶ ὠρθώθη γέφυρα μεταξὺ Ποιήσεως καὶ Πολιτικῆς!.. []
Ἐξαίφνης, κατενόησα:
Τὸ [] Κοινοβούλιο ἀποτελεῖ ταλαντοῦχο [] <λυρικό> θίασο!.. Δέν θὰ ἐπαναλάβω [] τὴν ἅλυσο τῶν ἐπιχειρημάτων ποὺ μὲ ὡδήγησαν σὲ αὐτό τὸ συμπέρασμα· γιατί, ποῖος, [] δὲν γνωρίζει τὴν μαγευτικὴ δύναμη τῆς Μουσικῆς, ποῖος ἀγνοεῖ ὅτι στὴ Μ ο υ σ ι κ ὴ δόθηκε ἡ ἁρμοδιότης νὰ κόβῃ, μὲ τὸ σπαθὶ τοῦ Ἀλεξάνδρου, τὸν Γόρδιο Δεσμὸ τῆς Σκέψεως καὶ νὰ μᾶς ἐκτινάσσῃ πέραν τῆς σπειροειδοῦς ἀτραποῦ τῆς Λογικῆς μὲ ταχύτητα φωτός;!. [] Ἐφόσον, μάλιστα, ἔχουν βιρτουόζους εἰς πᾶν ὄργανο <στὸ Κοινοβούλιον> — ἀπὸ τρομπέτες ὥς ταμποῦρλα καὶ τρομπόνια –, δὲ συναντοῦν τὴν ὅποιαν δυσκολίαν…
Ὁ τάφος τοῦ πολεμιστῆ, Α΄ σκηνή (σελ. 39):
Πρέπει ὁ ἄνθρωπος νὰ βλέπῃ
καὶ ν’ ἀκούῃ τὰ πάντα μόνο μὲ τὶς ἔ ξ ω αἰσθήσεις;..
Δὲν ἔχει μάτια-ἀφτιὰ ἡ ψυχὴ ἡ ἐ σ ώ τ α τ η
ποὺ μ’ ἐκεῖνα βλέπει-ἀκούει σωστά;..
Ἀλήθεια, καταλαβαίνω μὲ τοῦ σ ώ μ α τ ο ς τὰ μάτια
τὸ πλούσιο χρῶμα τοῦ τριαντάφυλλου·
ἀλλὰ μὲ τῆς ψ υ χ ῆ ς τὸ βλέμμα βλέπω μέσα
ὑπέροχο ξωτικὸ μὲ τὰ φτερὰ μιᾶς πεταλοῦδας…
ποὺ [] τραγουδάει []/ δίνοντας στὸ λουλούδι
τὸ ἄρωμα καὶ τὴ λάμψη []…
Ἡ ἀγριόπαπια, Δ΄ πράξη (σελ. 150):
Εἶναι χρήσιμο, κάπου-κάπου, νὰ βουτᾶς
στὶς σκοτεινές ἀβύσσους τῆς Ὕπαρξης.
Ἀπ’ τὸν ἐναρκτήριο μονόλογο τοῦ Κατιλίνα (σελ. 43):
«Πρέπει!.. Πρέπει!..» μοῦ φωνάζει μιὰ φωνὴ
ἀπὸ τὰ μύχια τῆς ψυχῆς καὶ θὰ ὑπακούσω! []
Κόλπα ταχυδακτυλουργικὰ καί… ὄνειρα τῆς νύχτας []·
μὲ τὸν ἐλάχιστο ἦχο ἀπ’ τὴ σκληρή πραγματικότητα
χ ά ν ο ν τ α ι []…
Πέερ Γκύντ, Ε΄ πράξη, Ι΄ σκηνή (Ἡ ἀγριόπαπια, σελ. 187, ὑπ. 108.):
Κανένας… Κανένας ποὺ νὰ μ’ ἀφουγκράζεται στὸ χάος [];..
Στὴν Κόλαση κανείς;! Κανείς στὸν Οὐρανό;! []
Ἀπ’ τὸ λυρικὸ ποίημα Στὰ ὕψη (Ἡ ἀγριόπαπια, σελ. 82, ὑπ. 45.):
Στὴν ἔρημή μου τὴν καλύβα []
ἡ φωτιὰ [] καὶ τὸ τραπέζι,
[] ἡ ζωὴ στοὺς λεύτερους ἀγέρηδες
γιὰ τὶς δικές μου σκέψεις:
Ἀπὸ ἐπιστολὴ στὸν Ludwig Passagre (16/06/1880 –Ἰδού ὁ ἄνθρωπος, σ’ ὅλα τὰ βιβλία τῆς σειρᾶς):
Ζ ω ή θὰ πῇ: μὲ δαίμονες νὰ πολεμᾶς
στὸ κάστρο τοῦ μυαλοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς.
Π ο ί η σ η: νὰ φέρνῃς
στὸν ἑαυτό σου τῆς Κρίσεως τὴν Ἡμέρα.
Πέερ Γκύντ, Ε΄ πράξη, Ι΄ σκηνή (Ἰδού ὁ ἄνθρωπος, σ’ ὅλα τὰ βιβλία τῆς σειρᾶς):
<Κι> ὡσότου κουραστῶ,
τὴ γῆ τῆς ἐπαγγελίας θὰ τηρῶ.
⟨Στὸν τάφο μου⟩ θὰ γράψουν:
ΟΚΑΝΕΝΑΣΚΕΙΤΑΙΕΔΩ