Κατὰ τοῦτον οἱ Ρωμαῖοι, προβλέποντες τ᾿ ἀτοπήματα, πάντα τὰ προελάμβαναν καὶ δέν συνεχωροῦσαν τὴν μεγέθυνσί των ἀποφεύγοντες τὸν πόλεμο· ἐγνώριζαν ὅτι εἶναι ἀναπόφευκτος καὶ ὅτι ἡ ἀναβολή του ὠφελεῖ μᾶλλον τὸν ἐχθρό.
Νικολὸ Μακιαβέλλι, Ὁ ἡγεμόνας, κεφ. ΙΙΙ
ἀπὸ τὴν ἑνιαία ἔκδοση: Ν. Μακιαβέλλι – Θ. Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος,
Ὁ ἡγεμόνας – Μακιαβέλλι, ἐκδόσεις ΘΑΠ, 2η ἔκδ. Ἀθήνα 2018, σελ. 27.
Στ’ Δημοτικοῦ, ἡλικίας 12 ἐτῶν, μάθημα Ἱστορίας· ἡ δασκάλα ἀπὸ ἀβλεψία λέγει στὴν τάξι: Ἡ Ὀθωμανικὴ μειονότητα τῆς Θρᾴκης. Σηκώνω τὸ χέρι: Κυρία, ὄχι Ὀθωμανική, ἀλλὰ μουσουλμανική. Ἡ πρώτη ἀναφέρεται στοὺς Ὀθωμανοὺς Τούρκους, ἡ δεύτερη σὲ θρησκεία. Δέν εἶναι Τοῦρκοι οἱ μουσουλμάνοι τῆς Θρᾴκης. Σιγὴ «ἀσυρμάτου» κ’ ἔπειτα μισόλογα, καθότι μᾶλλον δέν ἀνέμενε δωδεκάχρονος νὰ τῆς εἰπῇ τὸ προφανές. Ἔρχεται τὴν ἑπομένη καὶ ζητάει συγγνώμη δημοσίως στὴν τάξι καὶ ἀποκαθιστᾷ τὴν «τάξιν». Τὸ ἐρώτημα μου πλέον — 38 ἐτῶν — εἶναι τὸ ἀκόλουθο: Ἐγώ ἠμουν τὸ παιδὶ θαῦμα ἢ κάποιοι παλαιόθεν σύμβουλοι τοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν ἔχουν ἀκόμα καὶ σήμερα τὸ «ἀκαταλόγιστο»;
Σύμβουλοι ἴδιοι — ἀνάλλαγοι! — ἀπὸ τὰ Ἴμια. Ἰανουάριος 1996 καὶ πρωινὴ προσευχὴ στὴν Γερμανικὴ Σχολὴ Ἀθηνῶν (ποὺ ὡλοκλήρωσαν κάποιοι δῆθεν «προλετάριοι τῆς ἀμμοβολῆς τοῦ Περάματος», «τὸ γιαπί, τὸ πηλοφόρι, τὸ μιστρί», κ’ ἐγὼ ἐπίστευα τότε ὁ μωρὸς ὅτι τὸ θεμέλιό της εἶναι ὁ Γκαῖτε κι ὁ Σίλλερ, ἐνῷ ἕτερα ἐλειτούργουν καὶ λειτουργοῦν). Τὸ πρωὶ συζητῶ μὲ φίλο συμμαθητὴ ποὺ ὁ πατέρας του ἐψήφιζε ΠΑΣΟΚ ἐκσυγχρονιστικό, τὴν τότε κυβέρνησι, καὶ κατόπιν ἐστήριξε τὴν ΝΔ, καθότι «βενιζελικὸς ὡς Κρητικός»… Ὅπως ἄλλοι ἐψήφιζαν τότε ΝΔ κ’ ἔπειτα ἀπετέλεσαν τὸ θεμέλιο τῆς ἐξουσίας τοῦ ΣΥΡΙΖΑ. Ἀναφέρω αὐτὲς τὶς ἀλλαγὲς στὶς πολιτικὲς προτιμήσεις, ὥστε νὰ καταδείξω τὸ ἰδιοσυστασιακῶς εὐμετάβολό των συγκριτικῶς μὲ ἄλλα θεμελιώδη καὶ πάντοτε σχηματιστικά. Τότε, λοιπόν, μοῦ ἀνέλυε ὁ συμμαθητὴς καὶ φίλος πόσον σοφῶς ἔπραξε ὁ πρωθυπουργός μας ποὺ ἐζήτησε (ὅπως ἐζήτησε) τὴν βοήθεια τοῦ «Ἀμερικανικοῦ παράγοντος».
Ἐγὼ στὰ 14 μου δέν εἶχα διαβάσει ἀκόμη Μακιαβέλλι· ὅμως, μία ὑγιὴς αἴσθηση ἀξιοπρεπείας καὶ μία ἀπόλυτος σύνδεση μὲ τὴν Ἑλλάδα ὡς ἔθνος, ὡς τόπο κ’ ἔπειτα ὡς κράτος (ποὺ ἀκόμα καὶ ἡ λέξη ἀγάπη εἶναι στενή γιὰ νὰ τὴν περιγράψῃ), καθιστοῦσε τὴν «μέση» μου «ἀνελαστική». Δηλαδὴ κατανοοῦσα ἐξ ἐνστίκτου τὴν ἀναβλητικὴ διάστασι τῶν Ἑλληνῶν πολιτικῶν, ἐκτὸς κάποιων ἐξαιρέσεων, καὶ τῶν καιροσκοπικῶν σχεδιασμῶν των· ἀντελαμβανόμην ὅτι θὰ ἔλθῃ πάλιν ἡ ἀπειλὴ τῶν Τούρκων (ὡσὰν νὰ εἶχε φύγει καὶ ποτέ…) καὶ θὰ εἶναι τότε σφοδροτέρα.
Τὸ πνεῦμα τῆς διαρκοῦς ἀναβολῆς, ἀρκεῖ νὰ ἐπιβιώνῃ τὸ καθεστωτικῆς νοοτροπίας ἑκάστοτε κόμμα, ἔφερε Ὀλυμπιακοὺς Ἀγῶνες τὸ 2004, φαραωνικὲς ἐγκαταστάσεις ὅπως πλέον σαπίζουν, ἑπόμενες κυβερνήσεις-συνεχιστές, ἐπέκτασι τῆς ἤδη τότε παρασιτικῆς συμπεριφορᾶς τῶν δῆθεν «ἐλὶτ» καὶ τοῦ κακομαθημένου «ἅι»-λαοῦ, κατάρρευσι οἰκονομική, κυβιστήσεις προεξαγγελθεῖσες κ’ ἐγνωσμένες ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ καὶ ἀπ’ ὅλους ἀναμενόμενες κ’ ἐπιποθούμενες ἀκόμη καὶ μὲ τὰ παρείσακτα σύμβολά τους τῶν πούρων καὶ τῶν ἀφφισῶν μουσάτων Λατινοαμερικανῶν νὰ κρέμωνται σὲ τοίχους (γιατὶ ὅλες οἱ πολιτικὲς παρατάξεις εἶναι ἀδηρίτως τῆς μοδός)..- αὐτά ἐκόμισε.
Ἔκόμισε, βεβαίως, καὶ κάποιαν σχετικοποίηση ζωτικῶν συνιστωσῶν τῆς ὑπάρξεώς μας. Ἀκούω γιὰ μιὰν «ἑλληνικότητα» καὶ ἀπὸ δεξιοὺς ἀκόμη καὶ καθαρίζω τ’ ἀφτιά μου μὴ κ’ ἔχουν πιάσει κερὶ καὶ δέν καλακούω… Ὅταν ἡ πατρίδα, τὸ ἔθνος κ’ ἡ Ἱστορία τους μετατρέπονται σὲ ἀφηρημένη ἔννοια γερμανικῆς μορφολογικῆς κοπῆς κατὰ τ’ ἄθλια «μεταφραστικὰ δάνεια» πολλῶν ἀνελληνίστων, διευρύνεται περισσότερο ἡ ἀναβολὴ τῶν πάντων! Ὅταν χαρακτηρίζεται ὡς «ἰδιώνυμο» σχεδὸν στὴν Μεταπολίτευσι ἡ ἔκφραση τοῦ σαφοῦς: Ἕλλην καὶ κατὰ τοῦτο ἑλληνόφωνος, Ἕλλην καὶ κατὰ τοῦτο ἀναζητῶ τὴν ἱστορική μου μνήμη ἕως τὰ πινάκια τοὐλάχιστον τῆς Γραμμικῆς Β΄ τὸν ΙΕ΄ αἰῶνα π.Χ., Ἕλλην καὶ κατὰ τοῦτο δέν ἔχω ἀνάγκη δυτικογενῆ δόγματα τοῦ ΙΘ΄ αἰῶνος γιὰ νὰ περιγράψω τὸν πυρῆνα τῆς ὑπάρξεώς μου, ὅσο κ’ ἐὰν σπουδάζω τὶς θεωρητικὲς πηγὲς καὶ τὶς χρησιμοποιῶ λελογισμένα γιὰ τὴ διεύρυνσι τοῦ δεδομένου πλούτου μου, τότε τὰ λόγια ποὺ ἔγραψα, εἶναι ἤδη πολλά· τότε σταματοῦμε τὰ λόγια καὶ ὅλοι μοχθοῦμε νὰ θυμηθοῦμε καὶ ν’ ἀνανήψουμε.
Ἐὰν συμβῇ αὐτό, ὁ φόβος μου θὰ ὑποχωρήσῃ γιὰ τὸ μέλλον τοῦ ἔθνους, τοῦ τόπου καὶ τοῦ συναρτημένου καὶ παραγώγου κράτους -ἑνὸς κράτους πρὸς ὄφελος ὁλοκλήρου τῆς χερσονήσου τοῦ Αἵμου, ἐὰν ἐνθυμηθοῦν ὅλοι στὰ βόρεια σύνορά μας τί ἐτραυοῦσαν μὲ τὴν Τουρκιὰ ἕως ἔξω ἀπὸ τὴν Βιέννη.
Τὸ μεγαλύτερό μας ἔλλειμμα εἶναι ἡ μνήμη, καὶ φοβοῦμαι ὅτι δέν θεραπεύεται αὐτό, ἀλλὰ τοὐναντίον ἀποζητεῖται μετὰ μανίας. Ἡ ἀναβολὴ δὲ θρέφει τὸ αἴσθημα τῆς ἐν ἀμνησίᾳ «μακαριότητος».