Τὸ μέγιστο μάθημα

Ὡς ἱκανὸς κάπου, νὰ χρησιμοποιῇς τὴν ἱκανότητα γιὰ ν’ ἀναζητῇς ἄλλες ποὺ δέν ἔχεις. Νὰ χρησιμοποιῇς τὴν πλησμονὴ γιὰ νὰ ἐξετάζῃς τὴν ἔλλειψη.

Κουμφούκιος

Confucius, Analects, with selections from traditional commentaries,

translated by Edward Slingerland, Hackett Publishing Company,

Indianapolis-Cambridge, 2003, σελ. 80, 8.5.

Δέν ὑπάρχει ζωὴ ποὺ δέν ἐπεκτείνεται -δέ «θέλει», μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου, νὰ καταλάβῃ χῶρο περισσότερο. Ἡ κυτταρικὴ διαίρεση εἶναι θεμελιῶδες φαινόμενο. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἡ ζωὴ προχωράει, ἀναπτύσσεται, ἐξελίσσεται καὶ κυριεύῃ τὸ μή ἔμβιο, ὥς τότε, μέρος τοῦ Κόσμου· μὲ μιὰν ἰδιότητα πού, ἂν ἤτανε κάτι τὸ στενὰ ἀνθρώπινο, θὰ τήνε λέγαμε ἴσως: εὐφυΐα, ἤ — ἀκόμα βαθύτερα – ποικιλότροπη μήτιδα καὶ φρόνηση ὑπαρκτική!

Ὅμως, οἱ φυσικοὶ νόμοι εἶν’ ἀδήριτοι. Οὐδὲν ἐξ οὐδενός, ὅπως διατυπώνει ὁ Παρμενίδης πρῶτος· μ’ ἄλλα λόγια, τὸ πρῶτο ἀξίωμα τῆς Θερμοδυναμικῆς: Γιὰ νὰ γίνῃ καύση, χρειάζεται καύσιμο –ἡ ποσότητα τῆς ἐνέργειας διατηρείται σ’ ἕνα κλειστὸ σύστημα. Καὶ τὰ κύτταρα εἶναι μικρὰ ἐργοστάσια καύσεων καὶ χημικῶν διεργασιῶν!: Τ’ ὀξυγόνο «ἐκπυρσοκροτεῖ» τὸ φαινόμενο τῆς συνεχοῦς μεταλλαγῆς, ὡς ἂν ὑπῆρχε στόχος –τέλος.

Τ’ ἀποθέματα τῆς καύσης εἶναι πάντα περιωρισμένα γιὰ τὸ κύτταρο καὶ τὸν ὀργανισμό, εἴτε πρωτόζῳο, εἴτε μεγάλο θηλαστικὸ ἐκεῖνος. Ἡ ζωὴ παλεύει ἀενάως μὲ τὴν ἔλλειψη. Στὸν ἀγῶνα αὐτὸν φανερώθηκε κάποτε ὁ homo sapiens, ἔστησε κοινωνίες, κατώρθωσε Πολιτισμὸ κ’ ἐννόησε, πρακτικώτατα κ’ ἐπωφελέστατα γιὰ κεῖνον, τὴν ἑξῆς «ἀντινομία» (γιατί, ἀρχικά, μοιάζει ν’ ἀντιφάσκῃ πρὸς τὸ παρμενίδειο ἀξίωμα): Τὸ ὄλον ἔχει ποιότητες ποὺ δέν ἐξαντλοῦνται ἀπὸ ἐκεῖνες τῶν μερῶν..- ὅσο «συνετά» κι ἂν ἀνατμήσουμε τὴν ὑπερτέρα δομή. Ἐννόησε, δηλαδή, ὁ ἄνθρωπος ἕνα κατ’ ἐξοχήν γνώρισμα τοῦ ἰδίου, ἐφόσον κι αὐτός  ζ ω ή!  Εἶδε πὼς ὅ,τι κάνουνε δυὸ πρόσωπα (λ.χ. μ’ ἕρωτα γεννιέται ἕνα παιδί), ὄσα παράγει μιὰ κοινωνία (λ.χ. ἡ ἐτήσια σοδειά), ἐκεῖνα ποὺ καταφέρνουν δυὸ συνομιλητές (λ.χ. ἡ ὄλη πλατωνικὴ διαλεκτική), δέν ἀναλύονται πλήρως κ’ ἐξαντλητικῶς στὰ ὅσα πρῶτα.

Οἱ αἰῶνες προχώρησαν κι αὐτὸ τὸ μάθημα, στὶς προηγμένες κοινωνίες καλλιεργήθηκε περαιτέρω· ἔγινε παιδεία καὶ βάθυνε κι ἄλλο ὡς σύλληψη: Ἀφοῦ δυὸ πρόσωπα, σὲ μιά στιγμή, δημιουργοῦν περισσότερα ἀπ’ τὸ καθένα ξέχωρα, ὑπὸ προϋποθέσεις κ α ί  σὲ διαφορετικὲς στιγμὲς ἀποδεικνύονται ἀποτελεσματικώτεροι καὶ παραγωγικώτεροι ἀπ’ ὅσο χώρια… Ἡ ἐξέταση τῶν προϋποθέσεων ἀποτελεῖ τὸ κύριο μέλημα τῆς Παιδαγωγικῆς· αὐτὴ ἑδράζεται, πρωτογενῶς, σὲ μιὰν ἔμπεδη αἴσθηση ἔλλειψης, καθὼς καὶ σὲ μιὰν αἰσιόδοξη (ἴσως τὸ πλέον αἰδιόδοξο στὸν Κόσμο μέσα γιὰ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους) ἀντίληψη πλησμονῆς -τῆς περίσσειας σὲ μιὰν οὐσιαστικὴ κοινωνία τοὐλάχιστον δύο.

Τὰ κατορθώματα παληῶν ἐποχῶν, προηγουμένων γενεῶν κ’ ἡ «σοφία» τους, μεταφέρονται — ἐνσταλάζονται — κ’ ἐκεῖ ποὺ ὑπῆρχε πρὶν πτωχεία ἰδίων μέσων, ἔχει ἐπιτευχθῆ πιὰ ἱκανότητα. Ὁ ἕνας, ὀ λειψός, ὀρθώνεται πλούσιος, εὔπορος, γιὰ νὰ γεφυρώσῃ τὰ χάσματα τῆς ζωῆς του, κ’ ἔτσι νὰ τὰ ὑπερβῇ, καταφέρνοντας κάποιες ἐλάχιστες στιγμὲς τὴν πολυπόθητη εὐδαιμονία.

Στὶς κατηγορίες: Πεζά Στοχασμοί Φιλοσοφία

Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος
23/02/2018· 2η ἐπεξεργασία: 14/09/2019
Μου αρέσει!     Κοινοποιήστε
-