[Μτφ ἀπό: J. S. Welhaven, Samlede skrifter, Gyldendalske Boghandel (F. Hegel) Kjøbenhavn, 1867, τόμ. III, σελ. 55-6.]
Søfuglen
En Vildand svømmer stille
ved Øens hoie Kyst;
de klare Bølger spille
omkring dens rene Bryst.
En Jæger gaar og bøier
sig i den steile Ur,
og skyder saa for Loier
det smukke Kreatur.
Og Fuglen kan ei drage
til Redens lune Skjød,
og Fuglen vil ei klage
sin Smerte og sin Nød.
Og derfor taus den dukker
dybt i den mørke Fjord,
og Bølgen kold sig lukker,
og sletter ud dens Spor.
I Søens dybe Grunde
gror Tangen bred og frisk;
derunder vil den blunde, —
der bor den stumme Fisk.
Μτφ:
Τὸ θαλασσοπούλι
Ἤρεμη μιὰ ἀγριόπαπια κολυμπάει
ψηλά κοντὰ στὴ στεριά.
Τὸ κυματάκι σκάει
στὴ λευκή της τὴν ποδιά.
Κυνηγὸς σκυφτὸς στὴ σκιὰ
πάνω στὴν ἀπότομη πλαγιά,
γιὰ πλάκα ρίχνει μιά
στῆς πλάσης τὴν τόσην ὀμορφιά.
Τὸ πουλὶ πῶς νὰ φύγῃ
στὴ φωλιά του νὰ κρυφτῇ;..
Ποτέ της δὲ θὰ παραπονεθῇ
ὅσο κι ἂν βασανισθῇ.
Κ’ ἔτσι βουτάει σιωπηλά
στὸ σκότεινο τὸ φιόρδ βαθειά.
Ἀποπάνω τὸ κύμα τὸ ψυχρὸ
μεμιᾶς σβήνει τὴν ὁδό…
Μές στῆς θάλασσας τὸν πάτο
μεγαλώνει φύκι ἀφράτο..-
κεικάτω τὰ βλέφαρα σφαλᾶ,
πλάι στὰ ψάρια τὰ βουβά…
[Μᾶλλον, Τὸ θαλασσοπούλι ἀποτελεῖ τὸ πρῶτο δραματουργικὸ ὑλικὸ γιὰ τὴν ἰψενικὴ Ἀγριόπαπια.]