Text

Τὸ γράμμα κεῖται ἐπὶ χάρτου· εἶναι κείμενο. Στὴ γλῶσσα μας χαρακτηρίζουμε τὴ καταγεγραμμένη σύνθεση ποὺ ἀποδίδει συλλήψεις νοητικὲς κ’ ἤχους, κάνοντας χρήση τῆς προφανοῦς ὑλικῆς διάστασης κι ἀμετάβλητης φύσης της. Στὸν Παρθένιο (1ος αἰ. μ.Χ.) συναντᾶνται ἡ διατύπωση: τὰ [] παρά τισι τῶν ποιητῶν κείμενα [βλ. Γ. Μπαμπινιώτης, Ἐτυμολογικὸ Λεξικὸ τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Γλώσσας, Κέντρο λεξικολογίας, Ἀθήνα, 2010, σελ. 664]. Στὴν Ἑλληνική, τὸ παραγόμενο τοῦ γραπτοῦ λόγου ἔχει, ὡς λέξη, κατ’ ἀρχὴν  φ ι λ ο λ ο γ ι κ ὴ  χροιά.

Τὰ πράμματα διαφοροποιοῦνται κατὰ τὴν ἀπόδοση τοῦ κειμένου σ’ ὡρισμένες εὐρωπαϊκὲς γλῶσσες: Ἀγγλικά, text· Γαλλικά, texte· Γερμανικά, Text· Δανικά, tekst. Ἡ κοινὴ ρίζα ποὺ κρύβεται ἀποπίσω, εἶναι τὸ λατινικὸ ρῆμα texere=ὑφαίνω, πλέκω [ὅ.π., σελ. 1421]. Ὁπότε, ἐδῶ, σημαίνεται κατευθείαν ἡ  λ ο γ ο τ ε χ ν ι κ ὴ  διάσταση: Ὁ λόγος πρέπει πρῶτα νά «ὑφανθῇ» κατάλληλα, ὥστε ν’ ἀποκτήσῃ ἐνάργεια κι ἀξία στὸ χαρτί· κάθε ὀρθά διατυπωμένος λόγος ὡς κείμενο, ἢ ἐπιστημονικό, εἴτε πολιτικό, εἴτε ποιητικὸ κ.ο.κ., εἶναι λογοτεχνία ὑπὸ τὴν εὐρύτερη ἔννοια: τῆς συνειδητῆς κ’ ἐντελοῦς χρήσης τῆς γλώσσας μέσα σὲ μιὰ παράδοση κ’ ἕνα κοινωνικὸ περιβάλλον.

Καί, καθότι τὰ κείμενα ἀναγιγνώσκονται καὶ διαβάζονται, ἡ ἀνάγνωση (δηλαδὴ ἡ μετατροπὴ τοῦ γράμματος σὲ σημαίνοντα ἦχο ἀναπαράγοντας τὸ βαθύτερο νόημα καὶ τὴν οὐσία κ’ ἐνεργοποιῶντας τὴ μνήμη) προϋποθέτει τὴν ἀντίληψη τῶν σημαδιῶν καὶ τὴν ἱκανότητα μετατροπῆς τους σ’ ἤχους εὔληπτους ἐντὸς τῆς παραδόσεως καὶ τοῦ περιβάλλοντος ποὺ συνέχουν τὸ γράμμα.

Συνεπῶς, ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ (τοῦ κειμένου), ἐξασκοῦνται δύο τέχνες: τοῦ γραπτοῦ λόγου καί τοῦ προφορικοῦ. Συνηθίζεται ὁ τεχνίτης τοῦ πρώτου νὰ ὀνομάζεται συγγραφέαςποιητής, ἐνῷ τοῦ δεύτερου, κατὰ περίπτωσιν, κήρυκας, ρήτοραςὑποκριτής. Καθόσον, ὅμως, ὁ ὑποκριτὴς μές στὴ μιμητική του λειτουργία μπορεῖ ἐξίσου νὰ λειτουργήσῃ ὡς κήρυκας καὶ ρήτορας, ἡ δικιά του τεχνικὴ περιλαμβάνει, ἢ θάπρεπε νὰ περιλαμβάνῃ, τὸν προφορικὸ λόγο στὴν πολυμορφία καὶ τὴν πλήρη του πνευματικὴ διάσταση. Μάλιστα, ἡ λέξη ἡ ἴδια, ὑποκριτής, ἀνάγεται στὸ ρῆμα ὑποκρίνομαι πού, κατὰ πᾶσαν πιθανότητα, εἶχε, γιὰ τοὺς Ἀρχαίους, τὴ σημασία τοῦ σημερινοῦ ἀποκρίνομαι.

Στὴν ἐποχή μας, ὅπου τὰ πάντα τρέχουν καὶ χάνονται,.. ταυτίζεται τὸ σταθερὸ καί, ἐν πολλοῖς, ἀμετάβλητο μὲ τὸ  ν ε κ ρ ὸ  καί, ἔτσι, καθίσταται ἀδύνατο γιὰ τοὺς περισσότερους ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ τὸ Θέατρο, λόγῳ ἀδράνειας καὶ κακῆς συνήθειας, ν’ ἀντιληφθοῦν τί  ζ ω ν τ α ν ο ὶ  κόσμοι ξανοίγονται μπρός τους μὲ τὴν ἐπισταμένη μελέτη τοῦ ἄξιου λόγου σὲ κάθε του μορφή. Ἐπειδὴ κιόλας αὐτὴ ἡ ἀδυναμία μεταφράζεται σ’ ἄγχος καὶ φόβο σκηνικὸ τοῦ  κ ε ν ο ῦ,  προσπαθοῦν μὲ συνεχεῖς καὶ σπασμωδικὲς κινήσεις —ὑποκριτὲς καὶ σκηνοθέτες— νὰ κρύψουν τὴν ἔλλειψη βαθύτερης κατανόησης καὶ τεχνικῆς.

ΝΙΝΑ:

Δέ γνώριζα τί νὰ κάνω μὲ τὰ χέρια μου·

δέν περπατοῦσα σὰν ἄνθρωπος·

δέν ἔλεγχα τὴ φωνή μου.

[Ἀντὸν Τσέχοφ, Ὁ γλάρος, πράξη τέταρτη.]

Στὶς κατηγορίες: Κριτική Πεζά Σχολιασμός
Μου αρέσει!     Κοινοποιήστε
-