Ἀμήχανοι

Μαζί τους θέλουν

νὰ κλαῖς καὶ νὰ γελᾶς·

νὰ ἐχθρεύεσαι τοὺς ἐχθρούς τους –

νὰ φιλιώνῃς μὲ τοὺς φίλους τους:

Νὰ σ’ ἔχουν σύντροφο

στὰ δεῖπνα τῆς ψυχῆς τους.

Κάν’ τους, ποικιλομήχανε,

νὰ τὸ πιστεύουν,

ἐνῷ, στ’ ἀλήθεια,

μὲ τὸ γέλιο τους γελᾶς,

δακρύζεις μὲ τὸ κλάμα τους,

μὲ τὴν ἔχθρα ὀργίζεσαι

καὶ τὴ φιλία ἀγαπᾷς.

Ὅταν φτάσῃ ἡ ὥρα

καὶ θάχῃς ἀποτραβηχτῆ,

σπούδασε ἀπὸ μακριὰ

πῶς ἐπελαύνει ἀπειλητικά

μὲ τὶς βωβές τους ἐπικλήσεις

ἡ ἀνέκφραστη ἀμηχανία

πῶς τιμωρός ὁρμάει

ἀπὸ μηχανῆς θεός.

Στὶς κατηγορίες: Ποιήματα
Μου αρέσει!     Κοινοποιήστε
-