Karl Julius Beloch, «Τὸ πρόσωπο στὴν Ἱστορία» Β' Μέρος

[Μτφ ἀπό: Karl Julius Beloch, Griechische Geschichte, zweite neugestaltete Auflage, Verlag von Karl J. Trübner, Strassburg, 1912, τ. Ι: Die Zeit vor den Perserkriegen, Erste Abteilung, σελ. 2-4. Τὸ Α΄ μέρος, ἐδῶ.]

Ὑπάρχει ἕνα πεδίο τῆς ἱστορικῆς ἐξέλιξης —ἴσως τὸ σημαντικώτερ’ ὅλων— ποὺ ἡ ἐπίδραση κάθε ξεχωριστῆς προσωπικότητας μπορεῖ σχεδὸν ὁλότελα ν’ ἀγνοηθῇ: τὸ πεδίο τῆς ο ἰ κ ο ν ο μ ι κ ῆ ς ζωῆς. Ἀκόμα κι ὁ ἰσχυρότερος δεσπότης φαίνεται δῶ ἀνίσχυρος, ἂν θελήσῃ νὰ πάῃ ἀντίδρομα στὴν ἐξέλιξη βάσει τῶν δεδομένων συσχετισμῶν ἢ νὰ τὶς κατευθύνῃ σ’ ἄλλα μονοπάτια· τὸ πολύ-πολὺ νὰ φυτέψῃ σπόρους ποὺ θὰ βλαστήσουν ἀργὰ μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου, ἐφόσον βέβαια ἀκολουθοῦν τὴ συνολικῆ πορεία τῆς ἐξέλιξης.

Γι’ αὐτό, ὅποιος θέλει νὰ κατανοήσῃ τὶς ἱστορικὲς διεργασίες, πρέπει νὰ μελετήσῃ κατ’ ἀρχὴν τὴν Οἰκονομικὴ Ἱστορία. [] Ἂς ἀναρωτηθοῦμε: Θάταν τὸ Θεώρημα τοῦ Πυθαγόρα ἀκόμ’ ἄγνωστο, ἂν δέν εἶχε ζήσει ποτέ ὁ Πυθαγόρας ἢ δέν εἶχε ὑπάρξει ἡ Σχολή του; Θὰ γνωρίζαμε τὸ νόμο τῆς βαρύτητας χωρίς τὸ Νεύτωνα; Ἢ μήπως θὰ ταξιδεύαμ’ ἀκόμα μὲ κάρα, ἂν ὁ Στέφενσον δέν εἶχε ἐφεύρει τὸν ἀτμοκινούμενο σιδηρόδρομο; Νομίζω πὼς ὅλ’ αὐτὰ τὰ ἐρωτήματα δέ χρειάζοντ’ ἀπάντηση. Ἂν ὑφίστανται οἱ προϋποθέσεις γιὰ μιὰν ἐπιστημονικὴ ἀνακάλυψη ἢ μιὰ τεχνολογικὴ ἐφεύρεση, τότε κεῖνες πραγματοποιοῦνται ἀπ’ τὸν ἕναν ἢ τὸν ἄλλο – τ’ ὄνομα εἶν’ ἀδιάφορο… Ὡς ἐκ τούτου, κάθε διαμάχη γιὰ τὴν πρωτιὰ εἶναι μικροπρεπὴς κι ἀκαλαίσθητη.

Κάπως ἀλλιῶς ἔχουν τὰ πράμματα στὸ πεδίο τῆς καλλιτεχνικῆς δραστηριότητας. Ἐδῶ βαρύνει ὁ  τ ρ ό π ο ς  ποὺ γίνεται κάτι, κι ὄχι  κ α τ ὰ  π ό σ ο ν  γίνεται. Τὸν Φάουστ, ὡς ἔχει, μόνον ὁ Γκαῖτε θὰ μποροῦσε νὰ τὸν γράψῃ, ὁ Ραφαὴλ Ἄγγελος νὰ ζωγραφίσῃ τὴν Παναγία στὸν Ἅγιο Σίξτο, ὁ Βάγκνερ νὰ συνθέσῃ Τὸ Δαχτυλίδι τῶν Νιμπελοῦνγκεν. Ἄν, ὅμως, δέν ἐξετάσουμε τὸ κάθ’ ἔργο τέχνης βάσει τῆς ἰδίας τεχνοτροπίας, ἀλλὰ τὸ ὕψος τοῦ καλλιτεχνικοῦ κατορθώματος [], ἡ εἰκόνα διαφοροποιεῖται.

Καὶ νὰ μὴν εἶχε ζήσει ποτέ ὁ Ραφαήλ, δέ θ’ ἄλλαζε κατὰ πολὺ ἡ ἐξέλιξη τῆς ἰταλικῆς ζωγραφικῆς· χωρίς τὸν Γκαῖτε θὰ ξανάχαμε τὴν κλασσική μας λογοτεχνία. Βεβαίως, ὁ Ραφαὴλ κι ὁ Γκαῖτε εἶναι γεννήματα τῆς ἐποχῆς μές στὴν ὁποία ζήσανε· ἂν φτάνανε στὸν Κόσμο κάμποσες ἑκατονταετίες πιό πρίν καὶ ὑπὸ συγκεκριμένες προϋποθέσεις, θὰ ξανάκαναν κάτι μεγάλο, ἀλλὰ τὰ επιτεύγματά τους θάχαν ὅλως ἄλλη χροιά.

Ἀκριβῶς στὴν ἀρχαιοελληνικὴ λογοτεχνία καὶ γενικώτερη τέχνη, μ’ ὁλάκερη τὴν αὐστηρὰ ὀργανική της ἀνέλιξη, ἐμφανίζεται ἐναργέστερα αὐτὴ ἡ ἐξάρτηση τοῦ ἀτόμου ἀπ’ τὶς συνθῆκες τῆς ἐποχῆς. Κανείς ἄλλος λαὸς δὲ γέννησε τόσες πολλές καλλιτεχνικές, ἰδιαίτερα ταλαντοῦχες προσωπικότητες· ὅλες τους ὅμως παρέμειναν ἐντὸς τῶν ὁρίων ποὺ ἐπέτασσε ἡ πορεία τῆς ἐξέλιξης – λές καὶ δημιουργοῦσαν ὑπὸ τὴν ἀνάγκη μιᾶς νομοτελειακῆς προόδου… Ἔτσι, λοιπόν, οἱ ποιητικὰ προικισμένοι στράφηκαν σὲ μιὰ συγκεκριμένη στιγμὴ ἀπ’ τὸ ἔπος στὴ λυρικὴ ποίηση κ’ ἔπειτα στὸ δρᾶμα, ὡσότου ἡ ποίηση ὑποχωρήσῃ πλήρως μπρὸς στὴ ρητορική – ἐντελῶς ἀνάλογη κ’ ἡ διαδρομὴ στὶς εἰκαστικὲς τέχνες.

Τὸ ἔργο τέχνης φέρει παντοῦ τὴ σφραγίδα τῆς ἐποχῆς ὁπότε καὶ δημιουργήθηκε, κ’ οἱ ἀτομικὲς ἰδιαιτερότητες μεταξὺ ἔργων διαφορετικῶν καλλιτεχνῶν, ὅσο μεγάλες κι ἂν εἶναι, ἔρχονται πάντα σὲ δεύτερη μοῖρα. Ἕνας ἁπλὸς λιθοξόος ἔστηνε τὴν ἐποχὴ τοῦ Πελοποννησιακοῦ Πολέμου ὡραιότερ’ ἀγάλματα ἀπόνα μάστορα δυὸ αἰῶνες πίσω. Γιὰ τὴν ἀλήθεια τούτων τῶν λόγων, ἂς μελετήσῃ κάποιος μονάχα τὰ ἐκθετήρια μιᾶς μεγάλης νομισματικῆς συλλογῆς.

Στὶς κατηγορίες: Ἱστορία
Μου αρέσει!     Κοινοποιήστε
-